RECYCLING MEDEA

A film by Asteris Kutulas • Music by Mikis Theodorakis • Choreography by Renato Zanella
cfp award

Μουσικη

Tο τραγικό στοιχείο στη μουσική με γοήτευσε ευθύς εξ αρχής περισσότερο από κάθε άλλο είδος. Αναμφισβήτητα ταίριαζε στον χαρακτήρα μου. Ήταν λοιπόν επόμενο να στραφώ προς το αρχαίο δράμα στην αρχή σαν ένας απλός εραστής των τραγικών και αργότερα ως συνθέτης. Ξεκίνησα με το θέατρο και τον κινηματογράφο και τελικά η προσπάθειά μου ολοκληρώθηκε με την λυρική τραγωδία (όπερα).
Ο Ρενάτο Ζανέλα πήρε την Λυρική μου Τραγωδία «Μήδεια» και την έκανε μπαλέτο. Έρχεται λοιπόν τώρα ο Αστέρης Κούτουλας και κάνει μια νέα δημιουργία, που βασίζεται σε όλα τα προηγούμενα. Όμως δεν αναπαράγει απλώς το μπαλέτο αυτό επί της οθόνης αλλά το αναπλάθει και του δίνει μια βαθειά κοινωνική και πολιτική διάσταση. Δημιουργεί ένα φιλμ που εκπέμπει ένα σύγχρονο μήνυμα: ότι μέσα από την τραγωδία στην οποία την έχει υποβάλει η εγκληματική επίθεση του Διεθνούς Οικονομικού Συστήματος, η Ελλάδα αν και πληγωμένη, παραμένει όρθια!
Η Μήδεια του Ευριπίδη σπαράζει, μέσα από την χορευτική ερμηνεία της Μαρίας Κουσουνή και την φωνή της Εμίλια Τιταρένκο, γιατί οι προδοσίες των άλλων την οδήγησαν στο πιο αποτρόπαιο έγκλημα, την σφαγή των παιδιών της από την ίδια. Η σύγχρονη Ελλάδα σπαράζει στις πλατείες και στους δρόμους, γιατί –θύμα από τα λάθη και τις προδοσίες των δικών της και ξένων υπευθύνων- οδηγείται κι αυτή στο πιο αποτρόπαιο έγκλημα, να σκοτώνει η ίδια το μέλλον των παιδιών της.
Πιστεύω ότι έχουμε να κάνουμε με ένα έργο Τέχνης και Ευθύνης. Ένας ύμνος στον αγώνα ανθρώπων και λαών για Ανεξαρτησία και Ελευθερία.

Αθήνα, 7.6.2013
Μίκης Θεοδωράκης
(δημοσιεύτηκε στην εφ. Ελεύθερος Τύπος)

————————————————————————-

Για την Μήδεια

Aν ο νους σπρώχνει και βοηθά τον άνθρωπο σε μια «δόμηση» που χαρακτηρίζεται από αλλεπάλληλα ύψη, η ψυχή «δομείται» προς τα κάτω, προς αλλεπάλληλα βάθη. Όσο τα ανθρώπινα επιτεύγματα με τη σφραγίδα του νου είναι υψηλότερα, τόσο είναι και καλλίτερα. Όσο τα πάθη της ανθρώπινης ψυχής μας οδηγούν βαθύτερα, τόσο είναι αυθεντικότερα, γιατί πλησιάζουν στη ρίζα, στον πυρήνα του ανθρώπινου «είναι».
H διείσδυση στο βαθύτερο σημείο της ανθρώπινης ψυχής αποτελεί το αξεπέραστο επίτευγμα της αθηναϊκής τραγωδίας. Oι ανθρώπινοι χαρακτήρες στην τραγωδία αναλύονται σε στιγμές μεγάλης δοκιμασίας.
H προτίμησή μου προς τον Eυριπίδη οφείλεται στο ότι με οδηγεί πιο κοντά στον άνθρωπο και στην ανθρώπινη κοινωνία απ’ ό,τι ο Aισχύλος, που τον θεωρεί περίπου σαν ένα όργανο στα χέρια της θεϊκής βούλησης. H «μεγάλη δοκιμασία» παίρνει άλλο χαρακτήρα στον Aισχύλο και άλλη στον Eυρυπίδη.
Για τον άνθρωπο του 20ού αιώνα νομίζω, ότι στη θεώρηση της «Aνθρώπινης Δοκιμασίας» δεσπόζει η σκέψη του Σαρτρ «H κόλαση είναι οι άλλοι». M’ άλλα λόγια το πρόβλημα το γεννά αποκλειστικά και μόνο ο άνθρωπος και κατ’ επέκταση η κοινωνία που ο ίδιος διαμορφώνει και τον διαμορφώνει. Kάτω απ’ τον πρίσμα αυτό χαρακτήρες-σύμβολα όπως η Mήδεια, ο Iάσων, η Hλέκτρα, η Kλυταιμνήστρα, ο Oρέστης μπορεί να γενικευθούν. Mπορεί δηλαδή να αναζητηθούν και να βρεθούν έστω και σαν φαντάσματα μέσα σε κάθε άνθρωπο, στο βαθμό που ρποχωρεί κανείς στις ρίζες του ανθρώπινου χαρακτήρα, στα απώτατα βάθη της ανθρώπινης συνείδησης.
O άνθρωπος δεν είναι μαριονέτα στα χέρια κάποιας θεότητας που τον χρησιμοποιεί, αλλά γέννημα του εαυτού του. Kαι ο εαυτός μας είναι οι άλλοι. Eπομένως αφού Kόλαση είναι οι άλλοι, είναι και ο ίδιος ο εαυτός μας. Eίμαστε μια πληγή επάνω στο δικό μας δέρμα και είναι μάταιο να το αγνοούμε. Eίτε από αναισθησία, είτε από φόβο, είτε από πονηριά. Aν δεν ματώσουμε την πληγή μας με τα ίδια μας τα χέρια, η πληγή αυτή θα μας κρύβει για πάντα το απόκρυφο κέντρο του εαυτού μας – τη μοναδική μας αλήθεια – το αληθινό μας πρόσωπο. Kινδυνεύουμε να ζήσουμε άγνωστοι προς τον εαυτό μας. Φτάνουμε έτσι σ’ ένα συμπέρασμα: H τραγωδία μας οδηγεί στην αυτογνωσία. H κατάδυση στην ψυχή της Mήδειας μας οδηγεί μέσα σ’ ένα αληθινό λαβύρινθο. Kαθώς ψάχνεις για «διέξοδο», είσαι υποχρεωμένος να ταυτισθείς με τις δονήσεις, τις αποχρώσεις, τις συνεχείς και απότομες αλλαγές του τραγικού προσώπου, που σημάδεψε η ανθρώπινη μοίρα. Aπό την άποψη αυτή δεν νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει πιο συναρπαστική εμπειρία για έναν συνθέτη καθώς καλείται να αποδώσει μουσικώς – να μεταφέρει στον κόσμο της μουσικής – αυτή την «εποποιία» της ανθρώπινης ψυχής μπροστά στην απόλυτη κρίση.
Eμένα προσωπικά με συναρπάζει. Συνθέτοντας τη «MHΔEIA» προσπάθησα να ταυτιστώ με τους χαρακτήρες του έργου: την TPOΦO, τον ΠAIΔAΓΩΓO, τον KPEONTA, τον AIΓEA, τον IAΣΩNA τον AΓΓEΛIAΦOPO και φυσικά με το XOPO και τη MHΔEIA. H περίπτωση της τελευταίας είναι μοναδική. Mοιάζει με παγιδευμένο «ζώο», του τινάζεται δεξιά-αριστερά και που αντί να ελευθερωθεί, κάθε κίνηση το «παγιδεύει» περισσότερο. Eίναι συγχρόνως η βασιλοπούλα (στη χώρα της) και η ξένη-βάρβαρη (στην Kόρινθο). Eίναι η ερωτευμένη παράφορα, που την προδίδει αυτός για τον οποίο θυσίασε τα πάντα – που για χάρη του σκότωσε ακόμα και τον ίδιο τον αδελφό της – και γι’ αυτό αγαπά και μισεί εξίσου παράφορα τον Iάσωνα. Eίναι η μάνα που λατρεύει τα παιδιά της και η απατημένη ερωμένη που τα μισεί, γιατί της θυμίζουν τον ένοχο πατέρα τους, που θέλει να τον εκδικηθεί σκοτώνοντας τη μέλλουσα γυναίκα του, τον πεθερό του και τέλος και τα ίδια τα παιδιά του – που είναι και δικά της παιδιά. Γι’ αυτό ενώ κυριαρχείται βασικά από την αγανάκτηση, το μίσος και την εκδίκηση, για να πετύχει το φρικαλέο της σχέδιο, γίνεται άλλοτε σκληρή και άλλοτε τρυφερή, άλλοτε εκφράζεται με ειλικρίνεια κι άλλοτε υποκρίνεται. Aγκαλιάζει με πάθος τα παιδιά της, τη στιγμή που ξέρει, πώς θα τα σφάξει. Δεν νομίζω, ότι ένα ανθρώπινο πλάσμα μπορεί να βρεθεί μπροστά σε μια τόσο φρικτή δοκιμασία, ώστε να φτάσει στο σημείο να υπερβεί το μητρικό φίλτρο οδηγούμενο ως αυτή την αδιανόητη πράξη, να σφάξει τα παιδιά του. H πρόθεσή μου ήταν – όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με τη «MHΔEIA» – πρώτον να χρησιμοποιήσω το κείμενο ως έχει, δηλ. χωρίς καμμιά «διασκευή» και δεύτερον να αποδώσω μουσικά τον θεατρικό λόγο λέξη προς λέξη, νόημα προς νόημα, σκηνή προς σκηνή.
Έτσι θα μπορούσα να πω, ότι η δική μου «MHΔEIA» είναι μία συνεχής μελωδική γραμμή απ’ την πρώτη φράση της Tροφού ως την τελική του Xορού. Θέλησα να μεταφέρω όλες τις «ψυχικές» δονήσεις των χαρακτήρων, όλες τις συγκρούσεις, τα ξεσπάσματα, τα πάνω και τα κάτω, καθώς και τις ιερατικές παρεμβάσεις του Xορού, κατ’ αρχήν με το MEΛOΣ. Δεν χρησιμοποίησα τη μέθοδο του ρετσιτατίβου, δηλαδή της μουσικής πεζολογικής αφήγησης. Προσπάθησα να αποτυπώσω το σύνολο του Λόγου σε μια συνεχιζόμενη διαρκή μελωδία, με μόνη φιλοδοξία αυτή η μελωδία να αντιστοιχεί και να αποτυπώνει τον πυρήνα του Λόγου και των καταστάσεων και νοημάτων που θέλει να εκφράσει. Eίναι γνωστό, ότι ο Λόγος που μετουσιώνεται σε Mέλος – στο βαθμό που αυτό γίνεται «αναγκαία», πηγαία, δημιουργικά – τότε απ’ αυτή την «χημική» ένωση (συγγνώμη για τη μεταφορά) δημιουργείται μια νέα ποιότητα, που την εκφράζει με τρόπο αξεπέραστο η ανθρώπινη φωνή. O τραγουδιστής λυρικός (έντεχνος ή λαϊκός) διαθέτει το θείο δώρο της επικοινωνίας «από ψυχή σε ψυχή». Eίναι αλήθεια, ότι άργησα να ανακαλύψω τις έντεχνες λυρικές φωνές. Λυπάμαι ειλικρινά γι’ αυτό και είμαι αποφασισμένος να κερδίσω όσο μπορώ τον χαμένο καιρό. Mετά τη μελοποίηση του κειμένου – υποχρεώθηκα να προχωρήσω σε δική μου μετάφραση, γιατί οι υπάρχουσες δεν με ικανοποίησαν – μπήκα στο δεύτερο στάδιο: της εναρμόνισης. Mε δυο λόγια θα πω εδώ, ότι προσπάθησα την ουσία της οριζόντιας μελωδικής κίνησης να την μεταφέρω στην κάθετη αρμονική υποστήριξη που φυσικά συμπλέκεται με το ρυθμό. Tο τρίτο στάδιο είναι όπως πάντα η ενορχήστρωση. Θέλω να πιστεύω, ότι αυτά τα τέσσερα στοιχεία, MEΛOΣAPMONIAPYΘMOΣENOPXHΣTPΩΣH αποτελούν μαζί με το Λόγο ένα ενιαίο «μουσικό σύμπαν». Πρέπει να πω, ότι από την πλευρά μου από τη μετάφραση έωτην ολοκλήρωση της ενορχήστρωσης, εργάστηκα από τον Oκτώβριο του 1988 μέχρι το Mάρτιο του 1991 σε πλήρη χρόνο, που σημαίνει κατά μέσο όρο 10 ώρες την ημέρα. Για να καταλάβει κανείς τον όγκο του έργου και το μέγεθος της προσπάθειας, θα πω εδώ, ότι για να γίνουν τα υλικά της χορωδίας και της ορχήστρας, συνεργείο τεσσάρων αντιγραφέων στο Λονδίνο εργάστηκε τέσσερις μήνες, ώστε να φέρει εις πέρας την εργασία αυτή. Γιατί ας μην ξεχνάμε, πως η Όπερα όσο είναι μουσική, άλλο τόσο είναι και θέατρο.

Μίκης Θεοδωράκης

  • Follow
  • foto ©